Μία καταγραφή των συμβάντων του World War Z Στην Ελλάδα.


Τετάρτη 25 Σεπτεμβρίου 2013

Κεφάλαιο 07

Τελικά δεν κατάφερα να φύγω για το χωριό όταν το υπολόγιζα. Η Βάσω ήταν ακόμα σοκαρισμένη από την συνάντηση της με το ζόμπι. Αναγκάστηκα να ξεκινήσω τρεις μέρες μετά με αποτέλεσμα να καταφέρουμε να φτάσουμε με το αμάξι μέχρι τα διόδια της Νυμφόπετρας, από εκεί και πέρα τα παρατημένα αυτοκίνητα καθιστούσαν αδύνατη τη συνέχεια.

Ευτυχώς είχα στους σάκους εφόδια για αρκετές ημέρες και δεν θα αντιμετωπίζαμε δυσκολίες. Ένα διάστρεμμα που έπαθε η Βάσω μας ανάγκασε να σταματήσουμε για αρκετές ημέρες σε ένα χωριό που βρήκαμε στο δρόμο μας. Όταν το πόδι της ήταν τελείως καλά συνεχίσαμε τον δρόμο μας, δεν ρίσκαρα να ξεκινήσω νωρίτερα για να μην επιδεινωθεί η κατάσταση της, χωρίς σωστή περίθαλψη ένας μικροτραυματισμός μπορεί να προκαλέσει πολλά προβλήματα.
Η Βάσω ήταν είκοσι χρονών με καταγωγή από την Πάτρα. Είχε περάσει σε ΤΕΙ νοσηλευτικής και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη πριν δύο μήνες. Δεν είχε ακόμα εγκλιματιστεί, όλοι της οι γνωστοί είναι στην Πάτρα, εδώ δεν ήξερε κανένα. Δεν μπορούσα να την αφήσω στην τύχη της και τις πρότεινα να έρθει μαζί μου στο χωριό. Αν και δεν ήταν συνηθισμένη σε σκληρή ζωή κατάφερε να προσαρμοστεί σχετικά γρήγορα. Έμαθε να πυροβολεί και δεν παραπονιόταν όταν κοιμόταν στο χώμα ή όταν την ξυπνούσα για να φυλάξει σκοπιά στις δύο τα ξημερώματα. Το διάστημα που είμασταν ακινητοποιημένοι, εξαιτίας του τραυματισμού της, την έμαθα να διαβάζει χάρτη, να υπολογίζει αποστάσεις και ότι άλλο θεωρούσα ότι μπορεί να τις φανεί χρήσιμο.
Δεν ακολουθούσαμε τις εθνικές ή τις επαρχιακές οδούς, πηγαίναμε από αγροτικούς δρόμους και μέσα από χωράφια, ευτυχώς είχα καλό χάρτη και ήξερα να χρησιμοποιώ πυξίδα. Μπορεί σαν απόσταση να ήταν μεγαλύτερη αλλά ήταν ασφαλέστερη. Η μεγάλη συγκέντρωση ανθρώπων ίσως λειτουργούσε σαν μαγνήτης για τα ζόμπι και δεν ήθελα να το ρισκάρω. Τα βράδια ένας ήταν πάντα ξύπνιος, τις περισσότερες ώρες ήμουν εγώ αλλά δύο ώρες κάθε βράδυ φυλούσε σκοπιά η Βάσω για να μπορέσω να κοιμηθώ και εγώ για λίγο.
***
Οι μέρες κυλούσαν χωρίς προβλήματα και η απόσταση από το χωριό σταδιακά μειώνονταν. Σε ένα χιλιόμετρο φτάναμε στη γέφυρα του Στρυμόνα, από εκεί το χωριό απείχε μόνο έντεκα χιλιόμετρα, μέχρι το βράδυ θα ήμασταν στο σπίτι.
Στα πεντακόσια μέτρα από την διασταύρωση για το χωριό ακούσαμε πυροβολισμούς. Έπιασα την Βάσω από το χέρι.
«Πέσε κάτω μέχρι να δούμε τι συμβαίνει.»
«Κώστα μπορεί να είναι κάποιος υγιής που κινδυνεύει από τα ζόμπι, πρέπει να τον βοηθήσουμε.»
«Δεν μπορούμε να ρισκάρουμε, φτάσαμε μέχρι εδώ, σε λίγο θα είμαστε ασφαλείς.»
«Και θα παρατήσουμε ανθρώπους στα ζόμπι ενώ μπορούμε να τους σώσουμε; Έχουμε όπλα και είμαστε και οι δύο καλοί στο σημάδι, μπορούμε να κάνουμε την διαφορά.»
Γαμώτο, αυτή η γυναίκα με έχει κάνει να βγω εκτός προγράμματος. Τώρα θα ήμουν ασφαλής στο σπίτι στο χωριό και δεν θα τριγυρνούσα στους λόφους και στα λαγκάδια περιτριγυρισμένος από τα ζόμπι. Είχε όμως δίκαιο, αν μπορούσαμε να βοηθήσουμε έπρεπε να το κάνουμε.
«Εντάξει, θα δούμε τι συμβαίνει, αν όμως είναι επικίνδυνα την κάνουμε χωρίς δεύτερη κουβέντα.»
«Σε ευχαριστώ»
«Οι πυροβολισμοί ακούγονται από το λόφο μπροστά μας, θα κρύψουμε τα σακίδια μας εδώ για να μην μας δυσκολεύουν, οι ζώνες μας είναι γεμάτες φυσίγγια, όπλισε την καραμπίνα και ξεκινάμε. Θα τρέχουμε παράλληλα σε απόσταση πενήντα μέτρων. Μόλις δούμε τι γίνεται θα σου κάνω νόημα αν θα φύγουμε ή όχι. Αν κάτσουμε θα αρχίσω να σκοτώνω τα ζόμπι, με την διόπτρα στη δικιά μου καραμπίνα είναι ευκολότερο, εσύ θα είσαι σε επιφυλακή αν μου ξεφύγει κάποιο. Να θυμάσαι: σημάδευε στο κεφάλι, έχεις απορίες;»
«Όχι πάμε να τους προλάβουμε.»
Ξεκινήσαμε με τις καραμπίνες στα χέρια να τρέχουμε προς την κατεύθυνση των πυροβολισμών, μέχρι να φτάσουμε όμως δεν ακούστηκαν άλλοι, μάλλον αργήσαμε. Στα εκατό μέτρα άρχισα να ακούω τα γρυλίσματα των ζόμπι, μόλις πλησιάσαμε στα πενήντα έκανα σήμα στη Βάσω να σταματήσει. Καλύφθηκα πίσω από ένα θάμνο για να δω τι γίνεται. Εφτά ζόμπι είχαν περικυκλώσει ένα δέντρο και άλλα τέσσερα ήταν πεσμένα στο έδαφος με τα κεφάλια τους διαλυμένα. Ανάμεσα από τα κλαδιά του δέντρου διέκρινα μία ανθρώπινη μορφή, τα ζόμπι άπλωναν τα χέρια τους για να την φτάσουν αλλά δεν έκανα προσπάθειες να σκαρφαλώσουν.
Ξάπλωσα στο έδαφος και άνοιξα το δίποδα της καραμπίνας, χωρίς να βιαστώ σημάδεψα και άρχισα να πυροβολώ. Με τον πρώτο πυροβολισμό τα ζόμπι έστρεψαν την προσοχή τους σε εμένα και άρχισαν να κινούνται προς το μέρος μου. Έπρεπε να διατηρήσω την ψυχραιμία μου και να μην πανικοβληθώ, άκουσα έναν πυροβολισμό από τα δεξιά μου, η Βάσω έπιασε δουλεία.
Έμειναν τρία ζόμπι, η απόσταση που μας χώριζε πλέον ήταν γύρω στα είκοσι μέτρα. Χωρίς να τραβήξω το βλέμμα μου από την διόπτρα φώναξα στη Βάσω.
«Πάρε τον κοντινότερο σε εσένα και άσε τους άλλους δύο σε εμένα.»
Σε ένα λεπτό ήταν όλα ξαπλωμένα στο έδαφος. Σηκώθηκα και προσεκτικά κατευθύνθηκα προς το δέντρο με την Βάσω να με καλύπτει σε περίπτωση που υπήρχαν και άλλα ζόμπι τριγύρω. Όταν έφτασα είδα μία κοπέλα ανάμεσα στα κλαδιά.
«Μπορείς να κατεβείς, όλα είναι εντάξει.»
Μόλις πάτησε στο έδαφος η Βάσω ήταν δίπλα της με ένα μπουκάλι νερό.
«Πιες λίγο νερό. Είσαι καλά, μήπως σε δάγκωσαν;»
«Όχι πρόλαβα και ανέβηκα στο δέντρο, ήμουν τέσσερις ώρες σκαρφαλωμένη δεν ξέρω πόσο ακόμα θα άντεχα.»
Κάτι μου κίνησε την περιέργεια και έπρεπε να την ρωτήσω.
«Πως ήξερες ότι δεν θα μπορούσαν να ανεβούν στο δέντρο και να σε πιάσουν.»
«Είχα δει στη Θεσσαλονίκη κάποιον πάνω σε ένα δέντρο και τα ζόμπι δεν μπορούσαν να σκαρφαλώσουν. Μοιάζει σαν να μην μπορούν να συντονίσουν τα χέρια με τα πόδια τους.»
«Ακούγεται λογικό, ο εγκέφαλος καταστρέφεται και επιτελεί μόνο βασικές λειτουργίες. Αυτό μπορεί να μας βοηθήσει.»
«Αφήστε τα αυτά προς το παρών, είμαι η Βάσω και αυτός είναι ο Κώστας.»
«Χάρηκα για την γνωριμία, με λένε Γιάννα και δεν υπάρχουν λόγια να σας ευχαριστήσω για την διάσωση.»
Δεν μιλάω πολύ και η Βάσω τόσες μέρες με το ζόρι μου έβγαζε κουβέντα, τώρα βρήκε την ευκαιρία και δεν θα την άφηνε να πάει χαμένη.
«Μου φαίνεσαι γνωστή, έχουμε συναντηθεί ξανά;»
«Είμαι ρεπόρτερ στο VEGA TV μάλλον θα με είδες σε κάποιο ρεπορτάζ στο δελτίο ειδήσεων.»
«Σωστά, πως και βρέθηκες εδώ πέρα;»
«Είμασταν στη Θεσσαλονίκη για δουλεία μαζί με τον φίλο μου και αποκλειστήκαμε. Δεν μπορούσαμε να γυρίσουμε στην Αθήνα και αποφασίσαμε να πάμε σε ένα χωριό έξω από την Καβάλα που είχε κάτι γνωστούς.»
«Που είναι ο φίλος σου;»
«Στο δρόμο πέσαμε πάνω σε μία μεγάλη ομάδα ζόμπι, τους απέσπασε την προσοχή για να μπορέσω να ξεφύγω, δώσαμε ραντεβού στη γέφυρα και εδώ και δεκαπέντε μέρες είμαι εδώ και περιμένω.»
«Δεκαπέντε μέρες;»
«Τι άλλο μπορώ να κάνω; Ο Φραγκίσκος μάλλον είναι νεκρός, στην Καβάλα ξέρω μόνο το όνομα του φίλου του και η Αθήνα είναι εξακόσια χιλιόμετρα μακριά, θα κάτσω εδώ μέχρι να γίνω και εγώ ζόμπι.»
Η Βάσω γύρισε προς το μέρος μου.
«Κώστα μπορώ να σου μιλήσω ιδιαιτέρως.»
Πήγαμε σε ένα σημείο για να μιλήσουμε χωρίς να μας ακούει η Γιάννα.
«Σε παρακαλώ, μπορούμε να την πάρουμε μαζί μας, είναι κρίμα να την αφήσουμε μόνη μέσα στην ερημιά.»
«Έχεις δίκαιο, αν την παρατήσουμε είναι σαν να την καταδικάζουμε σε θάνατο ή ακόμα χειρότερα να γίνει και αυτή ζόμπι.»
Γυρίσαμε πίσω στην Γιάννα, η Βάσω έσκυψε προς το μέρος της και την βοήθησε να σηκωθεί.
«Εμείς πάμε στο χωρίο του Κώστα, είναι κοντά και όπως μου έχει περιγράψει το σπίτι είναι αρκετά μεγάλο για τους δύο μας, αν θέλεις έλα και εσύ μαζί μας. Δύο ακόμα χέρια θα είναι σημαντική βοήθεια, άσε που αν θέλω να συζητήσω γυναικεία θέματα ο Κώστας είναι ο πλέον ακατάλληλος.»
«Ευχαριστώ παιδιά αλλά δεν θέλω να σας είμαι βάρος, δεν με ξέρετε καν.»
Μπήκα και εγώ στη συζήτηση.
«Γιάννα έχουμε μείνει τόσοι λίγοι υγιείς πλέον που θα ήταν κρίμα να σε παρατήσουμε εδώ πέρα, η Βάσω είπε την αλήθεια, έχουμε χώρο και εφόδια για εμάς τους τρεις και άλλους δέκα. Άσε που θα έχουμε τύψεις αν σε αφήσουμε εδώ. Το είπες εξάλλου και εσύ, δεν έχεις που αλλού να πας.»
«Έχεις και άλλες καραμπίνες στο χωριό;»
«Καμιά δεκαριά.»
«Θα μου μάθετε να πυροβολώ;»
«Επιβάλλεται να μάθεις, είναι θέμα επιβίωσης. Ετοιμαστείτε, πάω να φέρω τα σακίδια μας και ξεκινάμε, μας έμειναν δώδεκα χιλιόμετρα για να φτάσουμε στο χωριό.»
Σε δέκα λεπτά ξεκινούσαμε, μέχρι το απόγευμα θα τελείωνε το ταξίδι μας. Η πληροφορία που μας έδωσε η Γιάννα για την ανικανότητα των ζόμπι να σκαρφαλώσουν ένα δέντρο μπορεί μελλοντικά να μας φανεί χρήσιμη. Πρέπει να το διασταυρώσω, αν πραγματικά ισχύει το σπίτι στο χωριό είναι ουσιαστικά απόρθητο.
***
Έμειναν πέντε χιλιόμετρα για να φτάσουμε, περπατούσαμε μέσα από τα χωράφια. Η Βάσω με την Γιάννα πήγαιναν μπροστά και εγώ ακολουθούσα μετά από δέκα μέτρα. Ξαφνικά σταμάτησαν και η Βάσω όπλισε την καραμπίνα.
«Τι συμβαίνει Βάσω;»
«Βλέπω τέσσερα ζόμπι σε καμιά διακοσαριά μέτρα. Τι θα κάνουμε;»
«Μπορούμε να κάνουμε τον κύκλο αλλά δεν έχω καμία όρεξη, προτιμώ να τινάξω τα μυαλά τους στον αέρα.»
«Συμφωνώ απόλυτα.»
Ξαπλώσαμε και οι τρεις μας στο έδαφος και περιμέναμε να πλησιάσουν. Μόλις έφτασαν τα εκατό μέτρα γύρισα προς την Βάσω.
«Όπως και πριν, εγώ σημαδεύω και εσύ προσέχεις μην τυχόν μου ξεφύγει κανένα, είσαι έτοιμη;»
«Ναι»
Με τέσσερις βολές ήταν όλα νεκρά, για δεύτερη και τελευταία φορά ελπίζω. Σηκωθήκαμε και κατευθυνθήκαμε προς το μέρος τους, καθώς πλησιάζαμε ακούσαμε ένα θόρυβο. Ένα από τα ζόμπι ήταν θηλυκό και στη θέση της κοιλιάς της έχασκε μία ματωμένη τρύπα. Από αυτή έβγαινε ένας ομφάλιος λώρος στην άκρη του οποίου ήταν ένα μωρό ζόμπι. Την ώρα που μολύνθηκε πρέπει να ήταν ετοιμόγεννη και ο ιός πέρασε και στο νεογέννητο που έσκαψε την κοιλιά της ζόμπι μάνας του για να βγει έξω.

Καθόμασταν και οι τρεις σοκαρισμένοι και το κοιτούσαμε, δεν έκλαιγε, γρύλιζε και προσπαθούσε να σηκωθεί όρθιο αλλά δεν είχε δύναμη. Η Βάσω άρχισε να κλαίει τότε η Γιάννα έπιασε μία πέτρα και του τσάκισε το κεφάλι. Ξεκινήσαμε αμίλητοι σε λίγο είδαμε την ταμπέλα της Ευκαρπίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου