Μία καταγραφή των συμβάντων του World War Z Στην Ελλάδα.


Δευτέρα 10 Σεπτεμβρίου 2012

Κεφάλαιο 01

    Όλος ο κόσμος ασχολείται με αυτή την καινούργια επιδημία που εμφανίστηκε στην Ασία, “Αφρικανική Λύσσα”, καμιά μπαρούφα όπως η νόσος των τρελών αγελάδων και η νόσος των πτηνών θα είναι για να αυξήσουν τα κέρδη τους οι φαρμακοβιομηχανίες.
Είπα στην Γιώτα να σταματήσει να φοβάται, τρομάζει τα παιδιά. Τώρα που η εταιρεία πήρε την μελέτη για την κατασκευή ενός εργοστασίου μεταποίησης στη Ρουμανία θα πάρουμε μία ανάσα στα οικονομικά. Θα στρώσουν τα πράγματα, δεν χρειάζεται να ζούμε μέσα στο φόβο.
    Τα έχουμε καταφέρει πολλή καλά μέχρι στιγμής. Με το που τελείωσα το ΤΕΙ μηχανολογίας βρήκα κατευθείαν δουλεία, παντρευτήκαμε, αποκτήσαμε τον Άγγελο και την Άννα. Δεν μας έχει λείψει τίποτα, ακόμα και η οικονομική κρίση δεν μας έχει επηρεάσει ιδιαίτερα εξαιτίας της επέκτασης της εταιρείας στα Βαλκάνια.
    Το σαββατοκύριακο θα πάρω την Γιώτα και τα παιδιά να πάμε για κάμπινγκ στην εξοχή, τώρα που έστρωσε ο καιρός είναι ιδανικά. Μέχρι να έρθει όμως η Παρασκευή θα είμαι πνιγμένος στη δουλειά. Να και ο διευθυντής, μου φαίνεται αρκετά ανήσυχος σήμερα.
    “Καλημέρα Γιάννη, έτοιμη η μελέτη για τα φωτοβολταϊκά”
    “Την τελείωσα εχθές κύριε Πέτρο, σε πέντε λεπτά θα την φέρω στο γραφείο σας”
    “Τέλεια, αν δεν είχαμε την καθυστέρηση των εξαρτημάτων από την Κίνα θα τελειώναμε την κατασκευή πριν την λήξη της προθεσμίας.”
    “Είναι τόσο σοβαρά τα πράγματα εκεί;”
   “Μίλησα με τον διευθυντή του εργοστασίου που συνεργαζόμαστε και έχει σταματήσει η παραγωγή εξαιτίας της καραντίνας που επέβαλε η κυβέρνηση. Αν δεν γίνει κάτι σύντομα θα έχουμε σοβαρό πρόβλημα και ψάχνω να βρω εναλλακτικές. Ελπίζω να πάνε όλα καλά, δεν έχουμε την πολυτέλεια να χάνουμε πελάτες. Τέλος πάντων έλα στο γραφείο μου να δούμε την μελέτη.”
     Για την υπόλοιπη μέρα δεν κατάφερα να σηκώσω το κεφάλι μου από την δουλεία. Το ρολόι έδειξε πέντε και ήθελα όσο τίποτε άλλο να γυρίσω πίσω στην Γιώτα και τα παιδιά.
    “Καλή ξεκούραση Γιάννη”
    “Επίσης Μιχάλη.” Έχει το θράσος και μας μιλάει κιόλας το καθίκι, εξαιτίας του απολύθηκαν τρία άτομα, αλλά που θα πάει μόλις πάρω την θέση του υποδιευθυντή θα το μετανιώσει.
   Οι δρόμοι είναι άδειοι, από την μία η λύσσα από την άλλη η ακρίβεια ο κόσμος είναι τρομοκρατημένος. Σαν λαός αντιδράμε υπερβολικά και στο τέλος τα σκεφτόμαστε και γελάμε.
Βάλαμε τα παιδιά για ύπνο και μπορούμε επιτέλους να χαλαρώσουμε λίγο.
    “Θέλεις να βάλω δύο ποτήρια κρασί και να καθίσουμε στην βεράντα” μου είπε η Γιώτα μόλις βγήκε από το δωμάτιο των παιδιών.
    “Ναι κούκλα μου, μισό λεπτό να σε βοηθήσω να ανοίξεις το μπουκάλι”
Η βραδιά ήταν ζεστή και ήσυχη, ότι χρειαζόμαστε γι να ηρεμήσουμε από το ασταμάτητο τρέξιμο όλη την μέρα. Ήπια μία γουλιά από το κρασί και γύρισα προς το μέρος της.
    “ Πως ήταν η μέρα σου;”
   Γύρισε και με κοίταξε “ο Μάριος δεν ήρθε σήμερα στην δουλειά, ακούστηκε η φήμη ότι κόλλησε την λύσσα”
   Ακούμπησα το ποτήρι στο τραπέζι, “Έλα τώρα μην πιστεύεις τις φήμες, στην Ελλάδα δεν έχουν εμφανιστεί κρούσματα της λύσσας. Ούτε στις ειδήσεις, ούτε στις εφημερίδες έχει ανακοινωθεί κάτι σχετικό.”
    “Και αν έχουν εμφανιστεί αλλά μας το κρύβουν;”
   “Έλα τώρα Γιώτα, δεν ζούμε στο μεσαίωνα, με το Ίντερνετ κανένας δεν μπορεί να κρύψει τίποτα πλέον”
   “Ελπίζω να έχεις δίκαιο αλλά έχω ένα περίεργο προαίσθημα.”
   “Μην φοβάσαι χαζούλα, όλα θα πάνε καλά. Πάμε να κοιμηθούμε γιατί αύριο μας περιμένει άλλη μία δύσκολη μέρα”
   Σήμερα νιώθω περίφημα, δεν ξέρω για ποιο λόγο αλλά πιστεύω ότι όλα θα πάνε καλά. Βρήκα και πάρκινγκ μπροστά από το γραφείο που το πας αυτό. Αν ερχόταν και το ασανσέρ γρήγορα θα ήταν τέλεια.
    “Καλημέρα Μιχάλη” του λέω και καλημέρα του μαλάκα.
    “Καλημμέρρρ”
    Γύρισα να τον κοιτάξω, τα μάτια του ήταν κόκκινα με μαύρους κύκλους, σάλια έτρεχαν στο σαγόνι του και τα ρούχα ήταν βρώμικα. Με δυσκολία στεκόταν στα πόδια του.
    “Είσαι καλά;” τον ρώτησα, ταυτόχρονα απομακρυνόμουν από κοντά του.
    “Όχχχιιιι νιώθω να καίγομαι”
    “Γιατί δεν πας στο σπίτι σου να ξεκουραστείς;”
    “Πρέπει να ενημερώσω τον διευθυντή για την συνάντηση που είχα με τους Κινέζους”
    “Κάνε ότι θέλεις, εγώ θα ανέβω από τις σκάλες”
    Τι ήταν αυτό, λες να έχει την Αφρικανική Λύσσα; Καλύτερα να μείνω μακρυά του σήμερα δεν έχω καμία όρεξη να κολλήσω.
    Όλοι στο γραφείο τον κοιτάνε περίεργα, κάθεται στην καρέκλα του και γρυλίζει με την πλάτη του γυρισμένη προς εμάς. Δύο φορές ο Πέτρος προσπάθησε να τον πείσει να πάει στο νοσοκομείο αλλά δεν τα κατάφερε. Με τα πολλά δεν άντεξα και πήγα να του μιλήσω.
  “Κύριε Διευθυντά πρέπει οπωσδήποτε να πάει στο νοσοκομείο κινδυνεύουμε όλοι μας. Έχουμε και οικογένειες.”
   Με κοίταξε αγριεμένα, “Το ξέρω Γιάννη, πες μου όμως τι να κάνω. Δεν είναι στα καλά του, συνέχεια μου λέει ότι το παιδάκι του κινέζου αντιπροσώπου τον δάγκωσε στο πόδι. Όσο πάει και χειροτερεύει, με δυσκολία καταλαβαίνω τι μου λέει.”
  “Να φωνάξουμε το ΕΚΑΒ να τον πάρουνε έστω και χωρίς την θέληση του, φαντάζεσαι να κολλήσει το μισό γραφείο, καταστραφήκαμε.”
  Έσκυψε το κεφάλι του και ξεφύσηξε. “Πάρε τηλέφωνο”
  Η μισή ώρα που πέρασε μέχρι να εμφανιστούν οι τραυματιοφορείς μου φάνηκε αιώνας. Ήταν ένας άντρας γύρω στα σαράντα και μία κοπέλα όχι πάνω από είκοσι πέντε. Ανέβηκαν με το φορείο τους εξηγήσαμε την κατάσταση και πλησίασαν τον Μιχάλη. Τον έπιασαν από τα χέρια και προσπάθησαν να τον κατευθύνουνε προς το φορείο. Άρχισε να χτυπιέται και να βγάζει άναρθρες κραυγές. Η κοπέλα έσκυψε προς το μέρος του και τότε χωρίς να το περιμένει κανένας την δάγκωσε στο πρόσωπο. Ο άντρας πανικοβλήθηκε και τραβήχτηκε πίσω αφήνοντας τον ελεύθερο. Ο Μιχάλης έριξε την κοπέλα στο πάτωμα και συνέχισε να κόβει κομμάτια σάρκας από πρόσωπό της ενώ ταυτόχρονα βύθισε τα δάκτυλα του μέσα στα μάτια της. Όλοι στο γραφείο ουρλιάζανε και έτρεχαν προς την κοντινότερη έξοδο. Εγώ αντίθετα είχα μαρμαρώσει. Δεν μπορούσα να πάρω το βλέμμα μου από την αιματηρή σκηνή που διαδραματιζόταν μπροστά μου και άκουγα μόνο τα ουρλιαχτά της κοπέλας. Δεν κατάλαβα πότε άρπαξα τον πυροσβεστήρα και πώς έλιωσα το κεφάλι του Μιχάλη. Κάθισα με τον πυροσβεστήρα αγκαλιά στην γωνία και κοιτούσα το άμορφο, ματωμένο πρόσωπο της. Όλα ήταν μία σύγχυση η κατάθεση στην αστυνομία, οι εξετάσεις στο νοσοκομείο, ακολουθούσα άβουλα τους συνοδούς μου. Δεν ξέρω πόση ώρα πέρασε ώσπου βρέθηκα στο αμάξι με την Γιώτα.
    “Έμαθα τι έγινε η αστυνομία μου έδωσε πλήρη περιγραφή”
    Η φωνή μου ακούστηκε ξένη. “Ότι και να σου είπαν δεν αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα, ήταν σαν το χειρότερο θρίλερ, τα αίματα, οι φωνές δεν μπορείς να φανταστείς.”
   “Ηρέμησε έκανες ότι μπορούσες, όλοι είπαν ότι ήσουνα ο μοναδικός που αντέδρασε, χάρη σε εσένα η κοπέλα έχει μία ελπίδα να ζήση.”
   “Τότε γιατί δεν αισθάνομαι καλά, γιατί θέλω να πάρω φόρα και να χτυπήσω το κεφάλι μου στον τοίχο;”
  “Γιατί αυτό που έκανες δεν ήταν καθόλου εύκολο. Αναγκάστηκες να σκοτώσεις έναν συνάδελφο σου. Πρέπει να ηρεμήσεις, δεν πρέπει τα παιδιά να σε δούνε σε αυτό το χάλι. Ο Πέτρος σου έδωσε δέκα μέρες άδεια, κανόνισα και εγώ να λείψω από την δουλειά ας πάρουμε τα παιδιά και ας φύγουμε”
  Κοίταξα προς το μέρος της, πόση δύναμη κρύβει μέσα της αυτή η γυναίκα; “Ναι” μουρμούρισα, “έχεις δίκαιο, ας φύγουμε.”

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου